8/6/2009
Συμπτώματα
ΤΟ ΣΥΜΠΤΩΜΑ
Και σαν σκιές επιστρέφουμε
μ’ ανείπωτα λόγια
φωνήεντα που διαθέτουν αφή
σύμφωνα, κάψουλες μνήμης
ασήμαντες ιστορίες
δίχως συμπέρασμα
μαχαιράκια που
κόβουν και αιμορραγείς
με διάφανο αίμα
Μονάχα η άνασσα σου λειψή
Το μόνο σύμπτωμα
κι άντε να συνειδητοποιήσεις
πώς φταίνε τα σύμφωνα
και τα φωνήεντα
η σχεδόν αόρατη γραφή
το διάφανο αίμα.
Αλλά το σύμπτωμα το έχεις
Το γράμμα που δεν έχεις
Σε σκοτώνει
Τρίτη 25 Ιουλίου 2006, ALS, 7η μέρα
ΒΑΣΑΝΙΣΜΕΝΗ ΕΛΠΙΔΑ ΓΙΑ ΤΟ ΤΕΛΟΣ
Απ’ το πρωί καθαρίζει
τις τύψεις, πρώτα,
σε βάθος’
Αλλού να πάτε
εδώ στερήσατε μια ζωή.
Τη νοσταλγία, κατόπιν.
με τόσο παρελθόν
πού να προλάβει
το αμήχανο παρόν
να ξεμυτίσει.
Άφησε την ελπίδα
τελευταία.
Την πιο σκληρή.
Αν έλειπε αυτή
δεν θα ‘χε σπάσει
τόσες φορές τα μούτρα της
κάτι θα είχε ζήσει
δεν θ’ άφην’ έτσι τον καιρό
άμμο, νεράκι, αεράκι
να κυλήσει.
Αυτήν θα τιμωρήσει περισσότερο
κρατώντας την φυλακισμένη
ως το τέλος.
Συνήθισε εξάλλου.
Πού να πηγαίνει πια χωρίς αυτήν….
Παρασκευή 25 Αυγούστου 2006
ΓΡΑΜΜΑ- ΚΕΡΑΚΙ
Κερί αναμμένο’
στον πόνο
στον φόβο
στο ποίημα
Φλόγα που σβήνει
στον χρόνο
στον στίχο
στο μνήμα
Στάχτη που μένει
στο άσπρο χαρτί
τώρα που η εικόνα σου χάνεται
τι θ’ απομείνει’
Γράμμα που σβήνει.
Σάββατο 4 Μαρτίου 2006, Β’ Ψυχοσάββατο
ΓΙΑ ΤΟ ΧΑΔΙ ΜΙΑΣ ΑΣΤΡΑΠΗΣ
Αναβοσβήνει
έξω το φως
σαν αστραπή
σε νηνεμία
κοίτα τι σχήμα
ο ουρανός
χείλη και χέρια
τα δικά σου
αχ και να μ’ άγγιζαν’
πώς να σε φτάσω εκεί
φτάνει το ποίημα;
λέξεις που ξεχειλώνουν
τρίβονται σαν μπισκότα
μάδησαν σαν τα χρόνια
τώρα πρέπει να βρούμε
τη νέα γραφή
και στην ανάγκη
ας την επινοήσουμε κιόλας
ειδ’ άλλως η αστραπή
δεν πρόκειται ποτέ
να μας χαιδέψει.
Για το χάδι μιας αστραπής,
λοιπόν,
ας γίνουν όλα.
Κυριακή 5 Μαρτίου, 2006, πρωί, ώρα οκτώ
ΑΝ ΕΒΡΙΣΚΕ ΤΟ ΓΡΑΜΜΑ
Να πάει κάπου να χωθεί
μονάχα ετούτο θέλει
χνουδάκι να γίνει
φύκι, όστρακο, ρείκι
χαμομήλι
να την αγγίζουν
να την πατούν
να την αφήνουν ήσυχη
έτσι να τους περνάει
δίπλα σαν φάντασμα
να μη μιλά
να μη γελά
να μην παίζει πια
ρόλο κανένα
Ο εαυτός της
ένα τίποτα ανακουφιστικό
Να πάει κάπου να χωθεί
πετρούλα θέλει να ‘ναι
ένα με την ξερολιθιά
να γκρεμιστεί με τον τοίχο
του αγίου Κάποτε
ή Ποτέ
Ήσυχη θέλει νάναι
δηλαδή Καμία
να μη χρειάζεται να γράφει
ιστορίες αμήχανες για να χάνεται
να μη χρειάζεται
το τραύλισμα στο ποίημα
να την ακούσει ο Θεός
και να την λυπηθεί
δίχως αυτή τη μάταιη
προσευχή της
Ν’ αναπαυτεί
χωρίς χαρτί
και δίχως άχρηστα λόγια
Να καταλάβει τι ψελλίζει
δίχως ποτέ της να το πει
στη νέα γλώσσα
την ανείπωτη
Να δει το γράμμα που αγνοεί
να σχηματίζεται
επάνω στο χαρτί
Αχειροποίητο
Και ας πεθάνει εν ανάγκη
ας στερηθεί τα πάντα
αφού έχει στερηθεί
έτσι φλύαρα βουβή
ήδη τα πάντα.
Αν έβρισκε το γράμμα….
Παρασκευή 25 Αυγούστου 2006
ΑΧΕΙΡΟΠΟΙΗΤΟ ΠΟΙΗΜΑ
Αχειροποίητο να ‘ναι
το ποίημα
έτσι ήθελε’ σαν εικόνισμα.
Μονάχα που αγνοούσε τι να κάνει.
Αν έκοβε τις φλέβες της;
αν περπατούσε όλη τη νύχτα στο βουνό;
αν σκότωνε έναν άντρα;
αν πέρναγε εκείνο το ποτάμι;
Στην άλλη όχθη
στη στέρηση
στο πέρα απ’ το βουνό
στο επέκεινα
θα έβλεπε το ποίημα;
Σαν πινακίδα από νέον στον ουρανό
Σαν το ουράνιο τόξο μετά την καταιγίδα.
Την καταιγίδα, όμως, θα πρέπει
πρώτα να περάσει’
να διασχίσει αστραπές
να κλείσει στις βροντές
τ’ αυτιά της
ν’ αντέξει τη νεροποντή
Κι έτσι βρεγμένη, τρομαγμένη
και ολόφωτη να δει το γράμμα
Μέσα απ’ το μοβ
το κίτρινο
το ροζ…
Εκείνη στο ροδί πάντα θα ποντάρει
να δει να σκάει η τύχη
μια και δυο φορές
Την τρίτη, θα τα χάσει όλα
αλλά θα ‘χει δει το ποίημα.
Ένα ξένο, τελικά, ποίημα,
εκεί ψηλά στον ουρανό.
Αλλά μήπως και το ουράνιο τόξο
ήτανε δικό της;
Παρασκευή 25 Αυγούστου 2006
ΤΕΛΟΣ
Και σαν σκιές επιστρέφουμε
μ’ ανείπωτα λόγια
φωνήεντα που διαθέτουν αφή
σύμφωνα, κάψουλες μνήμης
ασήμαντες ιστορίες
δίχως συμπέρασμα
μαχαιράκια που
κόβουν και αιμορραγείς
με διάφανο αίμα
Μονάχα η άνασσα σου λειψή
Το μόνο σύμπτωμα
κι άντε να συνειδητοποιήσεις
πώς φταίνε τα σύμφωνα
και τα φωνήεντα
η σχεδόν αόρατη γραφή
το διάφανο αίμα.
Αλλά το σύμπτωμα το έχεις
Το γράμμα που δεν έχεις
Σε σκοτώνει
Τρίτη 25 Ιουλίου 2006, ALS, 7η μέρα
ΒΑΣΑΝΙΣΜΕΝΗ ΕΛΠΙΔΑ ΓΙΑ ΤΟ ΤΕΛΟΣ
Απ’ το πρωί καθαρίζει
τις τύψεις, πρώτα,
σε βάθος’
Αλλού να πάτε
εδώ στερήσατε μια ζωή.
Τη νοσταλγία, κατόπιν.
με τόσο παρελθόν
πού να προλάβει
το αμήχανο παρόν
να ξεμυτίσει.
Άφησε την ελπίδα
τελευταία.
Την πιο σκληρή.
Αν έλειπε αυτή
δεν θα ‘χε σπάσει
τόσες φορές τα μούτρα της
κάτι θα είχε ζήσει
δεν θ’ άφην’ έτσι τον καιρό
άμμο, νεράκι, αεράκι
να κυλήσει.
Αυτήν θα τιμωρήσει περισσότερο
κρατώντας την φυλακισμένη
ως το τέλος.
Συνήθισε εξάλλου.
Πού να πηγαίνει πια χωρίς αυτήν….
Παρασκευή 25 Αυγούστου 2006
ΓΡΑΜΜΑ- ΚΕΡΑΚΙ
Κερί αναμμένο’
στον πόνο
στον φόβο
στο ποίημα
Φλόγα που σβήνει
στον χρόνο
στον στίχο
στο μνήμα
Στάχτη που μένει
στο άσπρο χαρτί
τώρα που η εικόνα σου χάνεται
τι θ’ απομείνει’
Γράμμα που σβήνει.
Σάββατο 4 Μαρτίου 2006, Β’ Ψυχοσάββατο
ΓΙΑ ΤΟ ΧΑΔΙ ΜΙΑΣ ΑΣΤΡΑΠΗΣ
Αναβοσβήνει
έξω το φως
σαν αστραπή
σε νηνεμία
κοίτα τι σχήμα
ο ουρανός
χείλη και χέρια
τα δικά σου
αχ και να μ’ άγγιζαν’
πώς να σε φτάσω εκεί
φτάνει το ποίημα;
λέξεις που ξεχειλώνουν
τρίβονται σαν μπισκότα
μάδησαν σαν τα χρόνια
τώρα πρέπει να βρούμε
τη νέα γραφή
και στην ανάγκη
ας την επινοήσουμε κιόλας
ειδ’ άλλως η αστραπή
δεν πρόκειται ποτέ
να μας χαιδέψει.
Για το χάδι μιας αστραπής,
λοιπόν,
ας γίνουν όλα.
Κυριακή 5 Μαρτίου, 2006, πρωί, ώρα οκτώ
ΑΝ ΕΒΡΙΣΚΕ ΤΟ ΓΡΑΜΜΑ
Να πάει κάπου να χωθεί
μονάχα ετούτο θέλει
χνουδάκι να γίνει
φύκι, όστρακο, ρείκι
χαμομήλι
να την αγγίζουν
να την πατούν
να την αφήνουν ήσυχη
έτσι να τους περνάει
δίπλα σαν φάντασμα
να μη μιλά
να μη γελά
να μην παίζει πια
ρόλο κανένα
Ο εαυτός της
ένα τίποτα ανακουφιστικό
Να πάει κάπου να χωθεί
πετρούλα θέλει να ‘ναι
ένα με την ξερολιθιά
να γκρεμιστεί με τον τοίχο
του αγίου Κάποτε
ή Ποτέ
Ήσυχη θέλει νάναι
δηλαδή Καμία
να μη χρειάζεται να γράφει
ιστορίες αμήχανες για να χάνεται
να μη χρειάζεται
το τραύλισμα στο ποίημα
να την ακούσει ο Θεός
και να την λυπηθεί
δίχως αυτή τη μάταιη
προσευχή της
Ν’ αναπαυτεί
χωρίς χαρτί
και δίχως άχρηστα λόγια
Να καταλάβει τι ψελλίζει
δίχως ποτέ της να το πει
στη νέα γλώσσα
την ανείπωτη
Να δει το γράμμα που αγνοεί
να σχηματίζεται
επάνω στο χαρτί
Αχειροποίητο
Και ας πεθάνει εν ανάγκη
ας στερηθεί τα πάντα
αφού έχει στερηθεί
έτσι φλύαρα βουβή
ήδη τα πάντα.
Αν έβρισκε το γράμμα….
Παρασκευή 25 Αυγούστου 2006
ΑΧΕΙΡΟΠΟΙΗΤΟ ΠΟΙΗΜΑ
Αχειροποίητο να ‘ναι
το ποίημα
έτσι ήθελε’ σαν εικόνισμα.
Μονάχα που αγνοούσε τι να κάνει.
Αν έκοβε τις φλέβες της;
αν περπατούσε όλη τη νύχτα στο βουνό;
αν σκότωνε έναν άντρα;
αν πέρναγε εκείνο το ποτάμι;
Στην άλλη όχθη
στη στέρηση
στο πέρα απ’ το βουνό
στο επέκεινα
θα έβλεπε το ποίημα;
Σαν πινακίδα από νέον στον ουρανό
Σαν το ουράνιο τόξο μετά την καταιγίδα.
Την καταιγίδα, όμως, θα πρέπει
πρώτα να περάσει’
να διασχίσει αστραπές
να κλείσει στις βροντές
τ’ αυτιά της
ν’ αντέξει τη νεροποντή
Κι έτσι βρεγμένη, τρομαγμένη
και ολόφωτη να δει το γράμμα
Μέσα απ’ το μοβ
το κίτρινο
το ροζ…
Εκείνη στο ροδί πάντα θα ποντάρει
να δει να σκάει η τύχη
μια και δυο φορές
Την τρίτη, θα τα χάσει όλα
αλλά θα ‘χει δει το ποίημα.
Ένα ξένο, τελικά, ποίημα,
εκεί ψηλά στον ουρανό.
Αλλά μήπως και το ουράνιο τόξο
ήτανε δικό της;
Παρασκευή 25 Αυγούστου 2006
ΤΕΛΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου