Πέμπτη 5 Μαΐου 2011

Είμαστε ό,τι αφήνουμε, και άφησε τόσα...

Όλα είναι δρόμος...

Στον Θανάση Βέγγο

Τον έχω μέσα μου ταυτίσει με τον πατέρα μου, ίδια ηλικία, όμοια καλοσύνη... Στο “Όλα είναι δρόμος” του Βούλγαρη, τον γνώρισα καλά. Είχα ανέβει στον Έβρο για τα γυρίσματα, ήρθε και μου είπε “έκανες τόσο δρόμο για μένα;” και μου έδωσε το καπέλο του για να με προστατεύσει απ' τη βροχή... Είμαστε ό,τι αφήνουμε, και άφησε τόσα... Μια καθαρότητα σπάνια...
Θεωρώ τιμή μου που στο χωριό με φωνάζουν... Βεγγούλα! Η φαρμακοποιός πρώτα, κι ύστερα όλοι οι άλλοι που με βλέπουν να τους χαμογελώ και να τρέχω μονίμως σαν την τρελή.
Θυμάμαι ό,τι έχει παίξει, ό,τι έχει πει, ακόμα και την παραμικρή έκφραση πόσο μάλλον αυτό “Το μόνο που μπορώ να πω είναι πώς στης ζωής τη γαλέρα, τράβηξα πολύ κουπί...”
“Την τελευταία νανόχηνα” στο σινεμά... Το ότι χάριζε σε όλους το γέλιο και χρήματα κι αυτός κολυμπούσε στα χρέη, το βαθύ καλοσυνάτο βλέμμα του που ήταν ανθρωπίνως μεγάλη σιγουριά... Ο Θανάσης Βέγγος ήταν για όλους ο καλός συγγενής της καρδιάς μας, το ζόρι που γίνεται γέλιο, καθημερινός νεομάρτυρας της ανθρωπιάς। Το καθαρό βλέμμα του αυταπόδεικτου, τίποτε δεν διεκδίκησε, επιδίωξε, απόδειξε, μονάχα ήταν και θα είναι. Το καθ' ομοίωσιν...

Δημήτρης Καρύδας

Ένα από τα αγαπημένα της παιχνίδια



Του Δημήτρη Καρύδα


Η ’’Αιώνια επιστροφή’’, το καινούργιο βιβλίο της Ελένης Γκίκα, θα μπορούσε κάλλιστα για εντελώς διαφορετικούς λόγους να τιτλοφορείται μονολεκτικά: Μεταστροφή. Για όσους έχουν εντρυφήσει στις δουλειές της Ελένης Γκίκα (όσο και αν αυτό είναι πρακτικά δύσκολο λόγω του όγκου δημιουργίας της) η Αιώνια Επιστροφή αποτελεί μια μικρή αλλά εντυπωσιακή έκπληξη. Είναι ουσιαστικά το πρώτο ’’εξωστρεφές’’ βιβλίο της δημιουργού με θέμα την τρομοκρατία. Θέμα ασυνήθιστο για τα δεδομένα της Γκίκα που καταπιάνεται με την τρομοκρατία, όχι μόνο με τη μορφή που τη γνωρίζουμε από τα δελτία ειδήσεων και τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων αλλά κυρίως με τη συναισθηματική-ερωτική τρομοκρατία. Με σχέσεις που ακροβατούν στα όρια (αν δεν τα ξεπερνάνε σε πολλές περιπτώσεις) η Γκίκα ασυνήθιστα τολμηρή για την θεματολογία της μοιάζει να εγκαινιάζει μια καινούργια περίοδο δημιουργίας, χωρίς παράλληλα να διστάζει μπροστά στο συγγραφικό μονοπάτι που επέλεξε αυτή τη φορά. Οι φόβοι, τα άγχη, τα πρόσωπα ’’μάσκες’’ ή οι μάσκες πίσω από τα πρόσωπα, ο εντός μας κόσμος ήταν πάντοτε η αγαπημένη θεματολογία της Ελένης. Δεν την προδίδει ούτε αυτή τη φορά μόνο που αλλάζει εντυπωσιακά τη μανιέρα του κειμένου της. Ακόμη και το όχι πρωτότυπο αλλά εξαιρετικά επιτυχημένο στη χρήση του εύρημα της αντίστροφης αφήγησης, με τη γραμμή του χρόνου και των γεγονότων να μετράει αντίστροφα. Οι απόντες που γίνονται παρόντες, ζουν σε ενεστώτα χρόνο, μέσα από σημάδια και μύχιες επιθυμίες. Η Γκίκα παίζει ένα από τα αγαπημένα της παιχνίδια αφού προσδοκίες και ημιτελείς σχέσεις αποτελούν ουσιαστικά την αφορμή για να διηγηθεί μια διαφορετική ιστορία, να αναδομήσει τους ήρωες της αλλά και να μας παρουσιάσει ένα τέλειο ψυχογράφημα. Διότι σε κάθε περίπτωση όλα αυτά δεν είναι τίποτε άλλο από την έκφραση ενός τρομοκρατικού υποσυνείδητου. Και τούτη τη φορά στη γραφή της Ελένης όλα είναι εκεί, φανερά, ηχηρά και όχι υποδόρια, χαμηλόφωνα. Τουλάχιστον για όσους διαβάσουν μια φορά το βιβλίο. Εκείνοι που θα αποκτήσουν την πολυτέλεια της δεύτερης ανάγνωσης θα δουν ένα νέο κόσμο να ξεπετάγεται επιμελώς κρυμμένο σε όσους απλά διαβάζουν και δεν εμβαθύνουν. Η Γκίκα δεν ήταν ποτέ εύκολη ’’μασημένη τροφή’’ για τον αναγνώστη της. Είναι εδώ πάντως και αυτή τη φορά και τα συναντάμε όπως σε κάθε ένα από τα προηγούμενα βιβλία της: Ο ποιητικός λόγος και οι λογοτεχνικές επιρροές είναι πάντοτε στην πρώτη γραμμή μόνο που αυτή τη φορά δένουν αρμονικά και με την πλοκή ενός βιβλίου που χρειάζεται σίγουρα πάνω από μια ανάγνωση. Συστήνεται σε αφοσιωμένους αναγνώστες που έχουν μάθει να μελετάνε και να διαβάζουν και πίσω από τις γραμμές. Στη σκοτεινή πλευρά των ηρώων της Ελένης που καραδοκούν φόβοι, ερωτικά πάθη και φοβίες. Σαν ένα μουσικό κουτί που το ανοίγεις όχι για να καταλήξεις στο απόλυτο κενό αλλά στον πυρήνα της ανθρώπινης ύπαρξης.


Δημήτρης Καρύδας είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας

Εύα Στάμου

Πανανθρώπινα αρχέτυπα που επιστρέφουν αιώνια στη ζωή και στην τέχνη

Της Εύαs Στάμου (για την “Αιώνια επιστροφή”, εκδ. “Ψυχογιός”¨)

Η Ελένη Γκίκα δεν ασχολείται με εύκολα θέματα και δεν διστάζει να αναμετρηθεί μέσα από τα κείμενά της με την οδύνη του χωρισμού, του ανεκπλήρωτου έρωτα, της μοναξιάς, του πένθους, και της απώλειας του αγαπημένου προσώπου. Τις ηρωίδες των βιβλίων της χαρακτηρίζει ο πόνος και η μελαγχολία όχι μόνο εξαιτίας των όσων ζουν, αλλά ως αποτέλεσμα του γεγονότος ότι ζουν.
Το πάθος της δημιουργίας και η επιθυμία να διατηρηθεί ζωντανή η μνήμη της κοινής ζωής με τα αγαπημένα πρόσωπα που έχουν πια χαθεί, αλλά η πένα της συγγραφέως ξανασυνθέτει στην κάθε τους λεπτομέρεια, διατρέχει τα κείμενά της Ελένης Γκίκα. Ο απών δεν ωραιοποιείται, παρουσιάζεται αντίθετα σε όλη την τρωτότητα του και παρά τις αδυναμίες και τα πάθη του κερδίζει τον έρωτα και την αφοσίωση της κεντρικής ηρωίδας.
Όπως και στα προηγούμενα βιβλία της έτσι και σε αυτό η συγγραφέας διηγείται αποσπάσματα από το παρελθόν και το παρόν των ηρώων με τρόπο στοχαστικό: σκέψεις για την τέχνη, διακόπτονται από συλλογισμούς για τη φθορά, την μνήμη, την απουσία και τα σημάδια που αυτή αφήνει στην ψυχή μας, σημάδια που μετουσιώνονται σε τέχνη.
Αν και στο βιβλίο αυτό ο υποψιασμένος αναγνώστης θα ξαναβρεί στοιχεία-συμπεριλαμβανομένης της θεματολογίας- που επανέρχονται στα κείμενα της συγγραφέως, αυτή τη φορά η ατμόσφαιρα και το ύφος είναι διαφορετικά: η ιστορία παρουσιάζεται με τρόπο ευθύ και ρεαλιστικό, μα χωρίς να χάνεται η ιδιαίτερη μαγεία κι ο ερωτισμός που έχουμε συνηθίσει από προηγούμενα βιβλία της Ελένης Γκίκα. Μόνο που αυτή τη φορά ή συγγραφέας λες κι αποφάσισε χωρίς ντροπές να κοιτάξει τους αναγνώστες στα μάτια και με αφοπλιστική αυτοπεποίθηση να τους μιλήσει θαρρετά για τα βιώματα των ηρώων της ιστορίας της.
Η παράθεση των βιβλιοκρισιών που η Ελένη Γκίκα έχει συγγράψει ως κριτικός, δίνουν στον αναγνώστη τη δυνατότητα να εντοπίσει και να ενσκήψει στις πηγές έμπνευσης του πρόσφατου βιβλίου της, αφού με τρόπο δημιουργικό η συγγραφέας επεξεργάζεται στοιχεία όχι μόνο πρόσφατων Ελλήνων λογοτεχνών αλλά και σημαντικών καλλιτεχνών του παρελθόντος με πρώτο τον Αντρέι Ταρκόφσκι.
Οι διάλογοι ανάμεσα στους δύο εραστές που διανθίζουν το βιβλίο, η τολμηρή, ωμή γλώσσα των ερωτικών περιγραφών, η βασανιστική ανάγκη του θηλυκού για το αρσενικό και το αντίστροφο, δημιουργούν ρεαλιστικούς, καθημερινούς ήρωες από τη μία, αλλά από την άλλη αντικατοπτρίζουν πανανθρώπινα αρχέτυπα που επιστρέφουν αιώνια τόσο στη ζωή όσο και στην τέχνη.

Η Εύα Στάμου είναι ψυχολόγος και συγγραφέας:

Γιάννης Παπαγιάννης

θα είμαι όλοι ή κανείς. Θα είμαι ο άλλος.

Δημοσιεύθηκε στο PopUp Press,
από τον συγγραφέα Γιάννη Παπαγιάννη (άργησε να φτάσει σ' εμένα, ήταν μια ευχάριστη έκπληξη κι ευχαριστώ πολύ)

Ελένη Γκίκα, «Πλήθος είμαι».
Εκδόσεις «Άγκυρα» σελίδες 367.
Ιδιαίτερη προσωπικότητα της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας, η Ελένη Γκίκα. Έχει εκδώσει, έως τώρα, είκοσι έξι βιβλία, εκ των οποίων τα έντεκα μυθιστορήματα και τα υπόλοιπα, ποίηση, διηγήματα και παραμύθια.
Έγκριτη κριτικός λογοτεχνίας, εδώ και πολλά χρόνια, υπεύθυνη, όπως αναφέρει στο βιογραφικό της, των σελίδων βιβλίου στο «Έθνος της Κυριακής», αποδεικνύεται ένας άνθρωπος που ζει μέσα στα βιβλία ή ζει για τα βιβλία. Η πρωταγωνίστρια του τελευταίου, ενδέκατου μυθιστορήματος που κατατίθεται υπό τον τίτλο «Πλήθος Είμαι», μοιάζει (σαν) περσόνα της ίδιας της συγγραφέως. Μέσα σε μια ιστορία ενιαίου χρόνου, όπου το χθες και το τώρα αλληλεπικαλύπτονται επικίνδυνα, η προσωπικότητα της Σαβίνας, της πρωταγωνίστριας, διαθλάται και αντανακλάται σε ποικίλα κάτοπτρα, χωνεύεται σε πολλαπλά πρόσωπα ή προσωπεία και αναζητάει, μέσα από τα βιβλία, την ταυτότητά της. Όπως η εσωτερική αναδρομή στο «Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο» ξεκινάει από μια μαντλέν, έτσι κι εδώ: μια ελάχιστη αφορμή, μια σπασμένη κούκλα, οδηγεί την ηρωίδα σε ένα ταξίδι, μια επανάληψη κι ανακατανομή της ζωής, μέσα από τους μύθους και τις λέξεις. Πλήθος βιβλία, ελληνικά, ξενόγλωσσα μεταφρασμένα, μικρά, μεγάλα, μυθικά, ρεαλιστικά, παρελαύνουν μέσα στη μνήμη και στο παρόν, αφήνουν τα εκφραστικά αποτυπώματά τους, επηρεάζουν τα βήματα του μυαλού της κι, ως εκ τούτου, καθορίζουν την πορεία της. Ποια όμως από τις πολλαπλές προσωπικότητες που περνούν μπροστά από τα μάτια της μέσα από τις λέξεις θα διαλέξει η ηρωίδα; Μα, βέβαια, την δικιά της προσωπικότητα. Θα μπορούσε, το επαναλαμβανόμενο μότο του βιβλίου («θα είμαι όλοι ή κανείς. Θα είμαι ο άλλος»), να παραφραστεί, από τον αναγνώστη, στο κλείσιμο: «Θα είμαι εγώ». Όπως υποστήριζε ο Προυστ, η λογοτεχνία μοιάζει κι εδώ να είναι ο μόνος δρόμος προς την αυτογνωσία. Ένα βιβλίο για τα βιβλία και τη γνώση του εαυτού μας, από μια συγγραφέα που έχει αφιερώσει τη ζωή της στα βιβλία.
Γιάννης Παπαγιάννης
Για τις δικές μας, πρώτ’ απ’ όλα, άγρυπνες νύχτες…
άγρυπνη νύχτα μου…